φώραση

φώραση
η, Ν
(ραδιοηλεκτρ.) α) διεργασία διαπίστωσης τής παρουσίας ή μεταβολής ταλαντώσεων ή κυμάτων, προκειμένου να εξαχθεί το πληροφοριακό περιεχόμενο που μπορούν να μεταφέρουν
β) (παλαιότερα) η αποδιαμόρφωση, δηλαδή η διαδικασία διαχωρισμού ενός σήματος από τη φέρουσα συχνότητα την οποία αυτό διαμορφώνει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φωρῶ / -ώμαι. Η λ. αποτελεί απόδοση τού γαλλ. detection].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • φώραση — η η ανίχνευση, με ειδική συσκευή, των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φωράσῃ — φωρά̱σῃ , φωράω search after a thief aor subj mid 2nd sg (attic) φωρά̱σῃ , φωράω search after a thief aor subj act 3rd sg (attic) φωρά̱σῃ , φωράω search after a thief aor subj mid 2nd sg (doric aeolic) φωρά̱σῃ , φωράω search after a thief aor… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ασύρματη επικοινωνία — Τα διάφορα συστήματα με τα οποία είναι δυνατή η χωρίς σύρματα επικοινωνία, καθώς και οι συσκευές που χρησιμοποιούνται. Α.ε. είναι ο ελληνικός όρος που αντιστοιχεί στον ξενικό Radio, ο οποίος χρησιμοποιείται στη σύντομη αυτή μορφή για να… …   Dictionary of Greek

  • ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία — Γενικός όρος, με τον οποίο υποδηλώνονται όλες οι ακτινοβολίες που, διαδιδόμενες στον χώρο, μεταφέρουν ενέργεια με τη μορφή ηλεκτρομαγνητικών διαταράξεων του πεδίου. Τα διάφορα είδη ακτινοβολίας χαρακτηρίζονται με βάση τις συχνότητές τους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”